καθαρευουσιάνος

καθαρευουσιάνος
ο [καθαρεύουσα]
1. οπαδός τής καθαρεύουσας, καθαρολόγος, αυτός που γράφει και μιλάει την καθαρεύουσα και υποστηρίζει τη χρήση της
2. φανατικός διώκτης τής δημοτικής γλώσσας και τών δημοτικιστών, γλωσσαμύντορας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • καθαρευουσιάνος — ο θηλ. α ο οπαδός της καθαρεύουσας: Υπάρχουν ακόμη μερικοί καθαρευουσιάνοι στην Ελλάδα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γλωσσοκαθαριστής — ο (σκωπτικά) αυτός που καθαρίζει τη γλώσσα, ο καθαρευουσιάνος …   Dictionary of Greek

  • καθαρευουσιάνικος — η, ο [καθαρευουσιάνος] (συν. ειρων.) αυτός που ανήκει, που αναφέρεται ή έχει σχέση με την καθαρεύουσα …   Dictionary of Greek

  • καθαρευουσιανισμός — ο [καθαρευουσιάνος] η τάση να χρησιμοποιείται η καθαρεύουσα στον προφορικό και κυρίως στον γραπτό λόγο …   Dictionary of Greek

  • καθαρεύω — (AM καθαρεύω) [καθαρός] είμαι καθαρός (ν.εοελλ.) μιλώ ή γράφω σε καθαρεύουσα γλώσσα, είμαι καθαρευουσιάνος αρχ. 1. είμαι αθώος («ἱερέα φόνου καθαρεύοντα και δεσμοῡ και φυγῆς», Πλάτ.) 2. είμαι αγνός («νόμος ἐστὶν αὐτοῑς τῷ χρόνῳ τούτῳ καθαρεύειν… …   Dictionary of Greek

  • καθαρολόγος — ο αυτός που χρησιμοποιεί δόκιμα την καθαρεύουσα στον προφορικό και γραπτό λόγο, ο καθαρευουσιάνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < καθαρός + λόγος (< λόγος < λέγω), πρβλ. αισχρο λόγος, ακριβο λόγος. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Αριστομ. Ι. Προβελέγγιο] …   Dictionary of Greek

  • Άννινος, Μπάμπης — (Αργοστόλι 1852 – 1934).Δημοσιογράφος, λόγιος και κωμωδιογράφος. Τελείωσε το γυμνάσιο στο Αργοστόλι και στη μετέπειτα σταδιοδρομία του υπήρξε αυτοδίδακτος. Μετά από ένα ποιητικό ξεκίνημα στην Κεφαλονιά (Λυκαυγές,1872), εγκαταστάθηκε στην Αθήνα… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γλώσσα — ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Η ελληνική γλώσσα είναι μια από τις αρχαιότερες γλώσσες στον κόσμο και οπωσδήποτε η παλαιότερη ζωντανή γλώσσα στην Ευρώπη. Σε αντίθεση με άλλες αρχαίες γλώσσες που χάθηκαν μαζί με τους λαούς που τις μιλούσαν, όπως η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”